Για έλα Χστεμ στου στόμαμ κι Παναγιά στου νου μ΄
να θυμηθώ πηνέματα να λέου του παιδιού μ΄.
Με το παραπάνω τραγούδι οι Σαμιώτισσες παρακαλούσαν τη Παναγία να τις βοηθήσει να βρουν κατάλληλα τραγούδια με τα οποία θα εκφράσουν τους θησαυρούς της μητρικής ψυχής ή τους ενθουσιασμούς της καρδιοφλογίστρας αγάπης.
Οι Σαμιώτισσες προικισμένες με αρετές ,ξεχωριστές κράτησαν άσβεστη τη φλόγα των ιδανικών μας.Χωρίς να ξέρουν ποίηση συνταίριαζαν ένα σωρό τραγούδια από τους στίχους των οποίων ξεχύνεται η ψυχική σύσταση του Σαμιακού λαού .Είναι τόσα τα τραγούδια που συντέριασαν και τραγούδησαν οι Σαμιώτισσες ώστε δεν είναι υπερβολή αυτό που ραψώδησε μια γριά Κοκκαριώτισσα :
Ξαίρου τραγούδια να σου πω σαρανταπέντε βούριης
και σαν αδειάσουν οι παλιές ,γεμίζουν οι κηνούργιης.
Ας αρχίσουμε από τα ερωτικά τραγούδια, γιατί ο έρωτας είναι ο τρυφερώτερος ψάλτης της λαικής καρδιάς και θέμα των περισσότερων τραγουδιών.
Ας δούμε πως αισθανόνταν τον έρωτα η ερωτευμένη Σαμιώτισσα που τραγουδά το αντικείμενο της αγάπης της. Σε άλλα τραγούδια ο έρωτας είναι γλυκός σαν μέλι:
<<Ο έρωτας εις την αρχή είναι γλυκός σαν μέλι, σαν το σταφύλι το γλυκό που κόβεις απ΄τ΄αμπέλι>>
σε άλλα είναι πικρός φαρμάκι,βατός τυφλός ,άσπλαχνος,προδότηςτρισκαταραμένος και καμμιά φορά ψαράς τα δίχτυα φορτωμένος :
<<Ο έρωτας είναι ψαράς τα δίχτυα φορτωμένος, που περιπλέκει τις καρδιές ο τρισκαταραμένος>>
σε άλλα είναι ψεύτης,αδικητής διπλόβουλος:
<<Ερωτα διπλόβουλε αδικητή και ψεύτη, ποιος μπήκε στην αγάπη σου και δεν τη εσαιτεύτη>>.
Τα πάντα θυσίαζε η Σαμιώτισσα για την αγάπη της και αφοσιωνόταν πολύ σ΄αυτό που αγαπούσε ώστε ούτε τα μάγια που έκαναν οι δικοί της δίνοντάς της να πιει νερό που προηγουμένως το είχαν βάλει μέσα στο υπόδημά της, δεν έπιαναν τόπο. Εκείνη επέμενε ¨ατζ΄ πατούσε¨ που λέμε στη Σάμο και φώναζε :
«Αν δε βαριέστε λέτε μου κι εγώ ότι ξαίρου κάνω, τον αγαπώ, θε ν΄ αγαπώ ίσαμε να πεθάνω».
Η Σαμιώτισσα τον διαλεχτό της καρδιάς της τον ήθελε λεβέντη, ωραίο., ένα τέλειο παλικάρι όπως λέει το παρακάτω τραγούδι:
«Ρήγα μου και λεβέντη μου ο ίσκιος σου περβόλι, κι η λάμψη του προσώπου σου ροδόσταμ΄ απ΄ την Πόλη. Μια λυγερή ψυχομαχεί για νους λεβεντ΄ αγάπη, για νους ψηλού για νους λιγνού για νους αγγελομάτη. Ψηλέ λιγνέ μου τσελεπή κι αγγελοστρατιώτη, για λόγου σου εφύλαξα την ακριβή μου νιότη».
Με εικόνες παρμένες από τη φύση η Σαμιώτισσα επαινούσε τις χάρες και ομορφιές του αγαπημένου της και τον παρουσιάζει σαν τρίκλωνο βασιλικό, ζουμπούλι και ήλιο με ακτίνες: «Βασιλικέ μου τρίκλωνε βλαστέ της κρεβατίνας, μαλαματένιε μου σταυρέ ήλιε με τσι αχτίνες».
Η Σαμιώτισσα απαρνιόνταν τον άπιστο εραστή και με ωμό τρόπο ξετίναζε όλα τα χαρακτηριστικά του και του έλεγε με σάτυρα:
«Εσύ θαρρείς πως σ΄ αγαπώ και κάνεις το μεγάλο μα τόνε θιό που προσκυνώ στο νου μου δεν σε βάλλω», «Μου φαίνεσαι σα ζούμπερο ωσάν το κουρκουδιάλι που βγαν ΄απαν΄ στον αρμακά κι σύει το κεφάλι».
Όσο αφοσιωμένη και να ήταν η Σαμιώτισσα στον έρωτα τόσο αδιάφορη γίνονταν σ΄αυτόν που την απαρνιόνταν.Ποτέ όμως δεν έρχονταν η ιδέα της αυτοκτονίας και τα ερωτικά δράματα πολύ σπάνια συναντώνται στη Σάμο. Μεστωτική φιλοσοφία η εγκαταλειμμένη κοπέλα έλεγε:
«Σκαμνιού ποδάρι έσπασε, άλλο κυπαρισσένιο».
Τα σουμπάτια που τραγουδιόνταν στα συμπόσια της αποκριάς και στα πανηγύρια:
«Μ΄ αρνήθηκες σ΄ αρνήθηκα, ου έρωτάς μας χάθκη σα λούλουδο εμάδησε κι σαν δενδρί μαράθκη. Το΄ μαθα πως θα παντρευτείς μα έννιας΄ δεν θυμώνω κι αν θέλεις και κουμπάριασα, εγώ ση στεφανώνω».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου